Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Επταχώρι, στίχοι και εικόνες


Στίχοι : Μιχάλης Κεραμάρης
Σύγχρονες φωτογραφίες : Ιωάννα Λουλάκη 

Οι στίχοι που περιέχονται στο βιβλίο αυτό είναι εμπνευσμένοι από την ιστορία τού χωριού μας, 
τη φύση και τα ήθη του. 
Οι φωτογραφίες ανάλογες κάθε φορά με το θέμα των στίχων που βρίσκονται στην πλαϊνή σελίδα…
 κάποιες αποτέλεσαν την πηγή έμπνευσης αρκετών στίχων…
Τα ιστορικά στοιχεία που περιέχονται στους στίχους, αντλήθηκαν από το μνημειώδες έργο
 «Το Επταχώρι, χίλια χρόνια στις εθνικές επάλξεις», τού αείμνηστου Δημητρίου Τσίγκαλου, 
που εκδόθηκε το 1979.
                                                                                                
                    Επταχώρι

Ήταν πρωί και βρέθηκα στου Βόιου τις στράτες
και πήρα τον ανήφορο στον Τάλιαρο να βγω.
Πέρασα ρέματα, πλαγιές, ερειπωμένες στάνες,
σε ξάγναντα σταμάτησα και στάθηκα να ιδώ.

Είδα γκρεμούς και διάσελα, χαράδρες και λαγκάδια,
αλλού δασιές κι αλλού γυμνές περήφανες κορφές.
Ίχνη παλιών μονοπατιών βρήκα μες στα ρουμάνια,
πηγές, κρυμμένες τώρα πια, σ’ ανήλιες ρεματιές.

Κι ως έφτασα στον Τάλιαρο, στην πρώτη κορυφή του,
αγνάντεψα το Σμόλικα που άστραφτε στο φως,
σαν άλλος Όλυμπος θεός μες στη λευκή μορφή του,
σειράς μεγάλης κορυφών στεκόταν αρχηγός.

Στη δύση μεγαλόπρεπος υψώνονταν ο Γράμμος,
οι αλπικές Αρένες του ξεχωριστή θωριά.
Σ’ αυτόν τον τόπο τον τραχύ, οι άνθρωποι με πάθος
κατάφεραν και ρίζωσαν, θεμέλιωσαν χωριά.

Σαν ζωγραφιά η Ζούζουλη, μικρή μέσα στο δάσος
και η Χρυσή μοναχική στου Γράμμου την ποδιά,
μπροστά από το Σμόλικα η Φούρκα μες στο θάμπος,
γεμάτα κόσμο κάποτε, πανέμορφα χωριά.

Και κάτω, δίπλα στο γκρεμό, στου ρέματος τις όχθες,
ένα χωριό παράξενο μέσα στις ερημιές.
Παράξενο στην ομορφιά, παράξενο στη θέση,
σκαρφαλωμένο σε τραχιές απότομες πλαγιές,
άλλες με πεύκα κι έλατα κι άλλες γυμνές και γκρίζες,
πετρώματα και χρώματα και άφθονες πηγές.
                                                                                                                                                                 Είν’ το χωριό που μολογούν, παλιό κεφαλοχώρι,
αιώνες μέσα στα βουνά, και σε πυκνούς δρυμούς,
Βουρβουτσικό με το παλιό, το νέο, Επταχώρι,
γνωστό για τους αγώνες του σε όλους τους καιρούς.

Εφτά χωριά ενώθηκαν πριν τέσσερις αιώνες
να φυλαχτούν από εχθρούς, ληστές, επιδρομείς.
Μες στη χαράδρα στέριωσαν μ’ ατέλειωτους αγώνες,
με πάλη και αντίσταση ολόκληρης ζωής.
                   
Άντεξαν τη σκληρή σκλαβιά, δυσβάστακτα χαράτσια,
απαίδευτους διαφεντευτές και απηνείς διωγμούς,
και στους μεγάλους σηκωμούς γινήκαν παλληκάρια,
δώσανε μάχες με τρανούς γνωστούς οπλαρχηγούς.

Και τρεις φορές το έκαψαν αδίστακτοι δυνάστες.
Την πρώτη για εκδίκηση βαλτοί απ’ τον Αλή,
τη δεύτερη εκβιαστές μπέηδες αρβανίτες
και το σαραντατέσσερα οι άγριοι ναζί.

Δε μπόρεσαν οι βάρβαροι να το εξαφανίσουν.
Οι άνθρωποί του άφοβοι σε όλα τα δεινά.
Μες στα πικρά χαλάσματα τολμούσαν να γυρίσουν,
με πείσμα, ομορφότερο το έχτιζαν ξανά.

Έτσι και σήμερα κρατούν οι λίγοι κάτοικοί του
το Επταχώρι όμορφο, χωριό ξεχωριστό,
κι όσοι μακριά του βρίσκονται θέλουν την προκοπή του
και στο μυαλό τους έχουνε πάντα το γυρισμό.